Νικολάι Ράικο (Никола́й Алексе́евич Райко): Μια σπουδαία μορφή του ρωσικού φιλελληνισμού


Μια σπουδαία μορφή του ρωσικού φιλελληνισμού, ο Νικολάι Ράικο (Никола́й Алексе́евич Райко,1794-1854), αξιωματικός του ρωσικού στρατού, ήρθε στην επαναστατημένη Ελλάδα να βοηθήσει στον Αγώνα.
Ο Καποδίστριας τον διόρισε φρούραρχο του Ναυπλίου και της Πάτρας και επίσης διοικητή της Σχολής Ευελπίδων. Για τις υπηρεσίες του ο Ράικο αρνήθηκε να λάβει αμοιβή. 
Έγραψε ο ίδιος: "Ήρθα στην Ελλάδα το 1827, χωρίς καμία σύσταση, χωρίς υποστήριξη. Εκείνη την εποχή η χώρα ήταν ένας πραγματικός πύργος της Βαβέλ. Κανείς δε ρώταγε ποιοι είμαστε. Από πού ερχόμαστε; Πού πηγαίνουμε; Ο καθένας έκανε ό, τι ήθελε ….Επόθουν να λυτρώσω την πατρίδα μου του ψόγου ότι ουδείς των υιών αυτής προσήλθεν εκουσίως αρωγός των εν Χριστώ αδελφών, και αψηφών την ύπαρξίν μου ενεπνεόμην υπό της ιδέας ότι θέλω αποθάνει υπέρ ενδόξου σκοπού". 
Το 1841, στην επέτειο των είκοσι ετών από την Επανάσταση, ο βασιλιάς Όθωνας τίμησε τον Νικολάι Ράικο με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Σωτήρος. 
Προσφάτως εκδόθηκαν σε ελληνική μετάφραση τα σύντομα Απομνημονεύματα του Ράικο για την δολοφονία του Καποδίστρια. Ο Αλεξέι Ράικο, γιος του Νικολάι Ράικο, κατέγραψε τις αναμνήσεις του πατέρα του και τις παρέδωσε στο σημαντικό, εκείνη την εποχή, ρωσικό περιοδικό Ρωσικό αρχείο και δημοσιεύτηκε το 1866. Η μαρτυρία του Νικολάι Ράικο, έχει ιδιαίτερη σημασία για την κατανόηση όχι μόνο του γεγονότος καθεαυτού, αλλά και της πολιτικής συγκυρίας της εποχής. Μας βοηθάει να κατανοήσουμε τις πολιτικές ίντριγκες τόσο των Ελλήνων, όσο και των εκπροσώπων των μεγάλων, εγγυητριών δυνάμεων, να δούμε την θανάσιμη πάλη ανάμεσα στο παλιό και το καινούργιο, να κατανοήσουμε το σημαντικό μετέωρο βήμα του εκσυγχρονισμού του νέου ελληνικού κράτους στα πρώτα του βήματα. Ο συγγραφέας, δεν αρκείται μόνο στην περιγραφή των γεγονότων, αλλά προχωράει και σε αποκαλύψεις για το ρόλο διαφόρων εκ των πρωταγωνιστών, καθώς επίσης και σε αξιολογικές κρίσεις, οι οποίες παρά τον υποκειμενικό τους χαρακτήρας, μας βοηθούν να κατανοήσουμε καλύτερα τόσο την αφήγηση, όσο και τις προσθέσεις του Ράικο. Η μετάφραση είναι του Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη, ο πρόλογος του Στέφανου Καβαλλιεράκη, διευθυντή του Μουσείου της πόλης των Αθηνών και το επίμετρο του Σεργκέι Τσεχμίστρενκο, διδάκτορα Ιστορίας της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις